- βεγόνια
- (begonia). Γένος πολυετών ή μονοετών ποωδών φυτών της οικογένειας των βεγονιδών που περιλαμβάνει περίπου 360 είδη, κυρίως τροπικά, τα οποία καλλιεργούνται σε άλλες περιοχές ως καλλωπιστικά. Ονομάζεται και μπιγόνια.
Οι πόες αυτές είναι ριζωματώδεις ή κονδυλώδεις, έχουν βλαστούς και φύλλα χυμώδη ή σαρκώδη· πολύ σπάνια είναι φρυγανώδεις ή θαμνώδεις. Τα φύλλα τους είναι ποικιλόμορφα, μάλλον ασύμμετρα, απλά καρδιοειδή ή παλαμοειδή. Φέρουν άνθη μόνοικα, σαρκώδη, με δύο, τέσσερα ή πέντε φύλλα περιανθίου, λευκά ή χρωματιστά (ροζ, κίτρινα, κόκκινα κλπ.) και πολυάριθμους στήμονες. Ο καρπός είναι κάψα με πολυάριθμα μικρά σπέρματα.
Μερικές β. καλλιεργούνται ειδικά για τα ωραία τους άνθη (β. η ερυθροστέλεχος, β. η γερανιόφυλλος, β. η βέιτκι κ.ά.), άλλες έχουν φύλλα πλατιά και διακοσμητικά, πράσινα ή υπόξανθα, ποικιλμένα με κηλίδες λευκές ή άλλου χρώματος (β. η βασιλική, β. η στικτή, β. η ξανθή κ.ά.). Η β. καλλιεργείται εύκολα σε θερμό, υγρό περιβάλλον με διάχυτο φως και έδαφος πλούσιο σε οργανικές ουσίες. Χρειάζεται άφθονα ποτίσματα και πολλαπλασιάζεται με σπέρματα ή μοσχεύματα.
Από ανθοκομική και κηποτεχνική, άποψη, οι β. κατατάσσονται σε δύο ομάδες: (α) β. του κήπου (β. η αειανθής, β. η κομψή, β. η κονδυλόρριζος) και (β) β. εσωτερικών χώρων (β. η βασιλική, β. η αργυρόστικτη). Εκτός από την καλλωπιστική τους αξία, πολλά είδη β. χρησιμοποιούνται και στη φαρμακευτική ως αντιπυρετικά ή διουρητικά. Τα φύλλα του είδους β. η αειανθής γίνονται σαλάτα.
Το είδος βεγόνια η κονδυλόρριζος ανήκει, από ανθοκομική και κηποτεχνική άποψη, στην ομάδα με τις βεγόνιες κήπου.
Ο Άλφρεντ Βέγκενερ στήριξε τη θεωρία του περί της προέλευσης των ηπείρων στη διαπίστωση ότι οι ακτογραμμές της Νοτίου Αμερικής και της Αφρικής παρουσιάζουν έκδηλο παραλληλισμό: ενωμένες αρχικά, οι δύο ήπειροι αποχωρίστηκαν αργότερα από ένα τεράστιο ρήγμα.
Ένα παλαιοντολογικό στοιχείο υπέρ της θεωρίας του Βέγκενερ: με πράσινο χρώμα σημειώνεται η περιοχή της εξάπλωσης των χηλετίδων, οικογένειας των κολεοπτέρων που διαφοροποιήθηκε στο κρητιδικό, όταν οι ήπειροι είχαν, κατά τον Βέγκενερ, τη θέση που φαίνεται στον χάρτη.
Dictionary of Greek. 2013.